Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017

ΤΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΟ ΤΩΝ ΣΥΝΕΙΡΜΩΝ, Κώστας Σοφιανός

ΤΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΟ ΤΩΝ ΣΥΝΕΙΡΜΩΝ, Κώστας Σοφιανός
Καθαρίζω μανταρίνια και σε σκέφτομαι,
που ήσουν έτσι δροσερή και χυμώδης.
Πέρασε καιρός από τότε
πολλά τσιγάρα καπνίσαμε,
πολλούς φίλους χάσαμε,
φορτώθηκες κιλά,
φορτώθηκα ευθύνες,
είπαμε και ακούσαμε λόγια
που θα’ ταν καλύτερα να μην είχαν ειπωθεί.
Οι δρόμοι που περπατάγαμε,
κι οι δρόμοι που αποφεύγαμε για να μή μας δούνε,
τίποτα δε θυμίζουν από το πέρασμά μας,
κι εκεί όπου τα σώματά μας μάχονταν την αυτοτέλειά τους,
υπηρετώντας τον ΄Ερωτα
με την ψευδαίσθηση μοναδικότητας και την χαρά της αφθαρσίας
που παρωθεί τα νιάτα να ανανεώνουν ό, τι ανάλωσαν οι τάφοι,
κάθετα γυαλιά και ατσάλια,
-σπίτια νέα πάνω από τα σπίτια τα παλιά-
ακυρώνουν τη μνήμη,
στερώντας μας το δικαίωμα
να γεράσουμε στην πόλη που μας γνώρισε παιδιά.
Άλλα παιδιά τώρα,
σε μιάν άλλη πόλη,
οπλισμένα με κινητά τηλέφωνα και γουόκμαν,
ορμούν προς το αύριο – όπως προς το αύριο ορμούσαμε χθές,
αγνοώντας ότι το αύριο έχει ήδη συντελεστεί,
ότι κάθε επόμενη μέρα είναι ημέρα επιστροφής στη μέρα που προηγήθηκε,
ώσπου να φτάσει πάλι κανείς εκεί απ’ όπου ξεκίνησε –
"στη θύρα την ολόχρυση της παντοδυναμίας",
έχοντας μάθει – νεράκι πιά,
όσα μόνο η τριβή με τα πράγματα,
που εύφημα αποκαλούμε πείρα,
αποκαλύπτει στα ανάστροφα βλέμματα των παρερχομένων.
΄Ολα άλλαξαν,
ή, μάλλον,
άλλαξαν όλα όσα θα θέλαμε να μην είχανε αλλάξει
τίποτα
όμως,
να αλλάξει δεν μπορεί,
όσα,
σε στιγμές αδυναμίας και σε στιγμές απερίσκεπτης δύναμης -
χάραξαν αμετάκλητα τη ζωή μας.
(Αναίτιες κακότητες και πληγές ανεπούλωτες που καταφέραμε,
κρατώντας λ.χ κατεβασμένο το ακουστικό,
κρατώντας κλειστή την καρδιά μας,
ενώ αυτοί που μας αγάπησαν ανέλπιδα, σπάραζαν αβοήθητοι
στην παγωνιά της απουσίας).
«Λόγια» θα πείς, κι ίσως νά ΄χεις δίκιο,
τί άλλο όμως μπορεί να ξορκίσει τις σκιές;
(Βρέθηκα τις προάλλες,
τυχαία βρέθηκα,
έξω από την πόρτα που σε ανάγκασα να περάσεις κλαίγοντας.
Φορούσες ένα φόρεμα χυτό και έσφυζε το σώμα σου από διπλή ζωή.
΄Ησουν ιδανική στη λύπη σου και ήμουν αμετάθετος στην άρνησή μου,
βέβαιος ότι έπραττα το σωστό όσο αβέβαιος γιά όλα τα σωστά είμαι τώρα.
΄Ελαμπαν, απρόσιτα και ανερμήνευτα, όταν βγήκαμε, τα άστρα,
όπως απρόσιτη και ανερμήνευτη με καληνύχτησες μετά το φονικό.
«Λόγια» θα πείς, κι ίσως να’ χεις δίκιο,
είναι άκαιρο, αν δεν είναι και υποκριτικό,
να θρηνεί γιά την απώλεια του καρπού,
αυτός που έριξε κατα γής το άνθος.
Καλύτερα λοιπόν να μη μιλάμε:
ό, τι κι αν πούμε άλλωστε,
δεν είναι μπορετό να μας ακούσει
εκείνο το παιδί που επιστρέψαμε στον ΄Αδη).

Μου αρέσει!Δείτε περισσότερες αντιδράσεις
Σχολιάστε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου